- ἐπανεῖπον
- ἐπανεῖπονaor ind act 3rd plἐπανεῖπονaor ind act 1st sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἐπανεῖπαν — ἐπανεῖπον aor part act neut nom/voc/acc sg (epic ionic) ἐπανεῖπον aor ind act 3rd pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπανειπών — ἐπανεῖπον aor part act masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
επανειπείν — ἐπανειπεῑν (Α) επικηρύσσω δημόσια, υπόσχομαι αμοιβή («τῶν δὲ διαφυγόντων θάνατον καταγνόντες ἐπανεῑπον ἀργύριον τῷ ἀποκτείναντι» καταδίκασαν σε θάνατο αυτούς που διέφυγαν και επικήρυξαν, υποσχέθηκαν χρήματα σε όποιον σκοτώσει κάποιον από αυτούς,… … Dictionary of Greek